Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Επισκόπηση της νεοελληνικής εκπαίδευσης Γ. Από το 1857 ως το τέλος του 19ου αιώνα

Οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στο εκπαιδευτικό σύστημα κατά το β' μισό του 19 αιώνα ήταν μικρές, όπως πιστοποιούν και οι σχετικές διατάξεις στο σύνταγμα του 1864, που ουσιαστικά αναπαράγουν τις αντίστοιχες του προηγούμενου του 1844, βασισμένες οι ίδιες στο έργο της Αντιβασιλείας. Από την άλλη, οι αλλαγές στο πολιτικό, αλλά κυρίως στο οικονομικό πεδίο, με τον βραδύ και άνισο μεταξύ των τομέων οικονομικής δραστηριότητας, αλλά σταθερό αστικό εκσυγχρονισμό της χώρας, ο οποίος στο πολιτικό πεδίο εκφράζεται κατεξοχήν με την εισαγωγή της δεδηλωμένης το 1875, την άνοδο του Τρικούπη στην εξουσία για πρώτη φορά το ίδιο έτος και τη θέσπιση του δικομματικού συστήματος εναλλαγής μεταξύ τρικουπικών-δηλιγιαννικών. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν ήταν λίγοι όσοι συνειδητοποιούσαν την αποκοπή της εκπαίδευσης από τις παραπάνω εξελίξεις και την ανάγκη εκσυγχρονισμού της. Ειδικότερα, αρχίζουν να διατυπώνονται συγκεκριμένες προτάσεις από εκπροσώπους της πολιτείας (ενδεικτικά αναφέρονται, εκτός από τον Χαρ. ριστόπουλο, οι: Επαμ. Δεληγιώργης, Αθαν. Πετσάλης, Αντ. Μαυρομιχάλης, υπουργοί Παιδείας) από φορείς (Σύλλογος προς διάδοσιν Ελληνικών Γραμμάτων, Επιτροπή επί της εμψυχώσεως της Εθνικής Βιο‐
μηχανίας) αλλά και από ιδιώτες (Αλέξ. Σούτζος Ιωάν. Σκαλτσούνης, Εμμ. Δραγούμης, Ιωακείμ Παυλίδης, Δημ. Βικέλας) για καθιέρωση συστήματος και «πρακτικής» εκπαίδευσης στα σχολεία που θα συνέδεε την εκπαίδευση με την οικονομία. Όλοι αυτοί αγωνίζονται για την «βιομηχανικήν εκπαίδευσιν», «την διδασκαλίαν των τεχνών» και την πρακτική «εις βίον μόρφωσιν» πιστεύοντας στην ανάγκη προσαρμογής της εκπαίδευσης στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινωνίας και την
προετοιμασία του μαθητή για την ένταξή του στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή. Κεντρικά αιτήματα είναι η καθολική στοιχειώδης εκπαίδευση, η στροφή του περιεχομένου της διδασκαλίας σε πρακτικότερες κατευθύνσεις και η προσαρμογή της εκπαίδευσης στις απαιτήσεις της οικονομικής ανάπτυξης με την καθιέρωση συστήματος δημόσιας εμπορικής και «πρακτικής» εκπαίδευσης.

Οι προβληματισμοί αυτοί -διόλου τυχαία με βάση τα όσα περιγράψαμε πιο πριν-κορυφώνονται από τις αρχές της δεκαετίας του 1870, και βρίσκουν και την αντανάκλαση τους σε συγκεκριμένες ενέργειες στην κατεύθυνση αυτή. Κομβικός υπήρξε ο ρόλος του "Συλλόγου προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων" ο οποίος είχε ιδρυθεί το 1869 και είναι γνωστός κυρίως για το έργο του υπέρ της διάδοσης της ελληνικής παιδείας στις τουρκοκρατούμενες και συχνά εθνικά διαφιλονικούμενες περιοχές. Η επιρροή του αφορούσε ωστόσο και στο εκπαιδευτικό σύστημα του ελληνικού κράτους, κυρίως μέσω των υποτροφιών που έδινε σε σπουδαστές διδασκαλικών επαγγελμάτων στο εξωτερικό. Το 1871, τρεις υπότροφοι του συλλόγου εστάλησαν στη Γερμανία για να φοιτήσουν πλάι στο μεγάλο παιδαγωγό Johann Friedrich Herbart, εισηγητή της λεγόμενης συνδιδακτικής μεθόδου. Όταν αποφοίτησαν το 1874, οι Παπαμάρκου, Μωραϊτης και Οικονόμου ήταν και οι πρώτοι που έφεραν τη μέθοδο αυτή στην Ελλάδα, ενώ ο δεύτερος συνέγραψε και σειρά οδηγών προς τους συναδέλφους τους. Από το 1880 η συνδιδακτική επιβλήθηκε με διάταγμα σε όλα τα σχολεία της επικράτειας, με υποχρεωτική μετεκπαίδευση των δασκάλων, που απολύονταν αν δε συμμορφώνονταν. Για την εποχή της πρωτοποριακή, η συνδιδακτική δεν ήταν παρά μια έκφανση της δασκαλοκεντρικής μεθόδου, που αντικατέστησε την ως τότε κυρίαρχη στην Ελλάδα αλληλοδιδακτική και σύμφωνα με την οποία όλο το διδακτικό έργο επαφίεται στο διδάσκοντα-παντογνώστη, ενώ οι μαθητές αντιμετωπίζονται ως άγραφα χαρτιά και παθητικοί αποδέκτες. Ενδιαφέρον είναι πάντως πως μέχρι σήμερα η διάταξη των σχολικών αιθουσών όπως προβλέπονται από τη συνδιδακτική μέθοδο, δηλαδή ορθογώνια δωμάτια, με παράθυρα μόνο από τη μία πλευρά, και στην κορυφή υπερυψωμένη η έδρα του δασκάλου παραμένει με μικρές αλλαγές κυρίαρχη στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. 

Επόμενος σταθμός για την περίοδο που εξετάζουμε υπήρξε η ψήφιση του νόμο BTMΘ' του 1895, επί κυβέρνησης Δηλιγιάννη, o οποίος αναμόρφωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, χωρίς να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στις υπόλοιπες βαθμίδες. Η στοιχειώδης εκπαίδευση κατακερματίστηκε σε διάφορους τύπους σχολείων: Το γραμματοδιδασκαλεία με 4-6 χρόνια φοίτησης, που ιδρύονταν σε φτωχές αγροτικές περιοχές όπου δεν υπήρχαν άλλοι τύποι σχολείων, τα κοινά δημοτικά σε μεγάλα χωριά και κωμοπόλεις με 4 τάξεις και τα πλήρη εξατάξια δημοτικά, όπου οι δημοτικοί πόροι το επέτρεπαν. Ένα περίπλοκο σύστημα εξετάσεων οδηγούσε τελικά στη μείωση των μαθητών, ενώ η είσοδος στα πανεπιστήμια παρέμενε χωρίς εξετάσεις για τους αποφοίτους των Ελληνικών σχολείων. Οι άλλες καινοτομίες του νόμου υπήρξαν η θέσπιση του θεσμού του επιθεωρητή (έως τότε διορίζονταν μόνο έκτακτοι επιθεωρητές, γνωστότεροι όσοι συνέταξαν την περιβόητη έκθεση του 1883, με την οποία διεκτραγωδούνταν η άθλια κατάσταση στο χώρο της παιδείας) καθώς και η πρόβλεψη για τη δημιουργία σχολείων θηλέων σε περιοχές όπου υπήρχαν 25 και πάνω μαθήτριες, μέτρο που πρακτικά όμως είχε μάλλον πενιχρά αποτελέσματα. Για πρώτη φορά προβλέπεται επίσης η ίδρυση νηπιαγωγείων, αποκλειστικά από ιδιώτες ωστόσο. Η πρωτοβουλία (1897) για τη δημιουργία του πρώτου "Πρότυπου νηπιακού κήπου" όπως ονομάστηκε καθώς και του Διδασκαλείου Νηπιαγωγών Καλλιθέας ανήκει στην Αικατερίνη Λασκαρίδου, πρόεδρος της "Ένωσης Ελληνίδων". Σε ιδιωτικά χέρια "αφήνεται" και η περιλάλητη τεχνική εκπαίδευση, η οποία παρουσιάζει σημαντική αύξηση στα χρόνια αυτά. 

Όπως ήταν λογικό, κανείς δεν ήταν ικανοποιημένος με τις αλλαγές αυτές, κι έτσι σε διάστημα μόλις 4 ετών παρουσιάζεται και νέα νομοθετική πρωτοβουλία, το λεγόμενο νομοσχέδιο Ευταξία, από το όνομα του τότε υπουργού παιδείας. Σύμφωνα με αυτό η πρωτοβάθμια εκπαίδευση διακρίνονταν σε δύο κύκλους, τον πρώτο τριετή για την παροχή των βασικών γνώσεων και το δεύτερο τετραετή για όσους δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν στην επόμενη βαθμίδα, ώστε να ολοκληρώσουν τη στοιχειώδη τους εκπαίδευση εκεί. Ως γλώσσα διδασκαλίας ορίζεται η καθαρεύουσα ενώ εισάγεται σειρά μαθημάτων με πρακτικό χαρακτήρα, κυρίως σε σχέση με τις γεωργικές εργασίες. Στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση ορίζονταν δύο επάλληλοι κύκλοι τετραετούς διάρκειας έκαστος. Ειδική μνεία γινόταν στην τεχνική εκπαίδευση, η οποία προβλεπόταν να καλύπτει τον εμπορικό, το βιομηχανικό και τον επαγγελματικό τομέα. Για το σκοπό αυτό προβλεπόταν η χορήγηση υποτροφιών στο εξωτερικό για την εκπαίδευση του κατάλληλου προσωπικού. Τέλος γινόταν αναφορά στην ανάγκη ίδρυσης παιδαγωγικής πανεπιστημιακής σχολής καθώς και δύο Διδασκαλείων θηλέων. Η προσπάθεια σχετικού εκσυγχρονισμού που εισηγούνταν το νομοσχέδιο Ευταξία έπεσε στο κενό λόγω της καταψήφισης του από τους βουλευτές, ακόμα και της κυβερνητικής πλειοψηφίας, πλην ορισμένων επουσιωδών διατάξεων που έγιναν δεκτές. Κατόπιν αυτού ο Ευταξίας παραιτήθηκε, συνεχίζοντας να αρθρογραφεί στην κατεύθυνση της προώθησης του αστικού εκσυχρονισμού στα ελληνικά σχολεία. Η αναντιστοιχία βάσης-εποικοδομήματος σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα έμελλε να αρθεί μερικώς μόλις στις αρχές του επόμενου αιώνα.  

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Επισκόπηση της νεοελληνικής εκπαίδευσης: Β. Βαυαροκρατία

Επί βαυαροκρατίας έλαβε την επί έναν αιώνα οριστική του μορφή το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, συγκεκριμένα με μια σειρά νόμων που ψηφίστηκαν μεταξύ 1833-1837. Με στόχο τη νομοθετική θεμελίωση και οργάνωση συνολικά του νεοελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος εξέδωσε διάταγμα «Περί συστάσεως ἐπιτροπῆς πρός διοργανισμόν τῶν σχολείωn» της οποίας σκοπός ήταν αφενός η πληροφόρηση της Αντιβασιλείας περί της καταστάσεως της δημόσιας εκπαίδευσης αφετέρου η υποβολή σʹ αυτήν πρότασης για τα μέσα βελτίωσής της,  ενώ με άλλο διάταγμα η Αντιβασιλεία καθόρισε τα καθήκοντα του Γραμματέως «ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Δημοσίου Ἐκπαιδεύσεως τῆς Ἐπικρατείας». Η αντιβασιλεία είχε ως στόχο τη μεταφύτευση του συγκεντρωτικού κλασσικιστικού βαυαρικού  αλλά και του γαλλικού συστήματος σε ό, τι αφορούσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση, στα ελληνικά εδάφη, κάτι που διαπνέει όλη την αντίστοιχη νομοθεσία, αν και αυτή καθ'αυτή η μίμηση ξένων προτύπων δεν ήταν κάτι νέο στα εκπαιδευτικά πράγματα, ήδη από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Εξάλλου ήταν λογικό πως μια άρτι ανεξαρτητοποιημένη μικρή χώρα δε θα μπορούσε να έχει δική της παράδοση στην παιδαγωγική επιστήμη.   Η πρωτοβάθμια βαθμίδα περιλάμβανε το επτατάξιο υποχρεωτικό δημοτικό σχολείο, το οποίο χρηματοδοτούνταν από τους δήμους αλλά και εισφορές των γονέων. Όποιος επιθυμούσε να συνεχίσει την εκπαίδευση του σε ανώτερη βαθμίδα πήγαινε κατόπιν εξετάσεων στο τριτάξιο ελληνικό σχολείο, από το οποίο χωρίς εξετάσεις μπορούσε να φοιτήσει στο τετρατάξιο επίσης δωρεάν γυμνάσιο, που με τη σειρά του οδηγούσε στη δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση. Παράλληλα λειτουργούσε μια σειρά επαγγελματικών σχολειών για όσους ολοκλήρωναν την υποχρεωτική εκπαίδευση και δεν θα συνέχιζαν στην ανώτερη. Σημαντικό ρόλο σε αυτό το κομμάτι έπαιξε η έρευνα του γνωστού Φιλέλληνα Ειρηναίου Θείρσιου (Friedrich von Thiersch) o οποίος μεταξύ άλλων πρότεινε και την ίδρυση πολυτεχνείου, το οποίο πράγματι λειτούργησε από το 1836, αρχικά ως σχολείο τεχνικής εκπαίδευσης. 

Οι οικονομικές δυσκολίες των δήμων και των γονέων οδήγησαν την πλειονότητα των δημοτικών σχολείων σε υπολειτουργία, ενώ τα δευτεροβάθμια βρισκόταν μόνο στις πρωτεύουσες επαρχιών και νομών, σε μια περίοδο που τα 2/3 του πληθυσμού κατοικούσαν στην ύπαιθρο και οι συγκοινωνίες ήταν υποτυπώδεις. Παρά την Ωστόσο η μεγάλη αδυναμία του νέου αυτού συστήματος ήταν ο προσανατολισμός των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, με την αποκλειστική του σχεδόν προσήλωση στην ελληνική αρχαιότητα. Ενδεικτικό είναι πως ήδη από την πρώτη δημοτικού ξεκινούσε η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής, ενώ το 1856 θεσπίστηκε πως αποκλειστική γλώσσα σε όλη την υποχρεωτική εκπαίδευση. Οι εξετάσεις συνίσταντο στις ερωταπαντήσεις κλίσεων και ρημάτων της αρχαίας ελληνικής. Το αρχαιολατρικό πνεύμα εντεινόταν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου τα αρχαία, τα λατινικά και η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας καταλάμβαναν το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος, σε βάρος των θετικών επιστημών αλλά και της μεταγενέστερης ελληνικής και διεθνούς ιστορίας. Χαρακτηριστικό των συνεπειών της μονομερούς εκπαίδευσης ήταν η διαρκής πρόσκληση ξένων μηχανικών και τεχνιτών για την εκτέλεση των πολυάριθμων τεχνικών έργων, ιδίως στην επεκτεινόμενη πρωτεύουσα.  Ακόμα πιο δυσάρεστη ήταν η θέσπιση των σωματικών ποινών και της άτεγκτης πειθαρχίας ως παιδαγωγικών μεθόδων, που συνόδευσε το εκπαιδευτικό σύστημα για πολλές δεκαετίες ακόμα. Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως από τη μέση και ανώτατη εκπαίδευση γινόταν δεκτοί μόνο άρρενες μαθητές, όπως υποδηλώνει η αποκλειστική χρήση του όρου "παίδας" στη νομοθεσία. 


Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Σύντομη επισκόπηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος Μέρος Α'

Με την ευκαιρία της υπερψήφισης του νέου (άθλιου, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας) νομοσχεδίου για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα επιχειρήσουμε μια μικρή αναδρομή στην πολύπαθη διαδρομή του νεοελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, η εξέλιξη του οποίου αντικατοπτρίζει κάτι πολύ βαθύτερο από "τα καπρίτσια του εκάστοτε υπουργού" για να χρησιμοποιήσω το γνωστό κλισέ που ακούγεται στα ΜΜΕ σε κάθε ανάλογη περίσταση. Η διαδρομή μας ξεκινάει από τον Καποδίστρια και φτάνει ως τις μέρες μας. 

Α. Η περίοδος του Καποδίστρια (1828-1831)

Ο Καποδίστριας είναι γνωστός για τις σημαντικές προσπάθειες του να θέσει τις βάσεις για την σωστή ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Αν και κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του για τη μη ίδρυση πανεπιστημίου, στην πραγματικότητα πρόθεση τού ήταν πρώτα να εδραιώσει ένα ισχυρό σύστημα στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης, το οποίο με τη σειρά του θα μπορούσε μελλοντικά να τροδοδοτήσει την τριτοβάθμια. Στόχος του ήταν να συστήσει "σχολεία τυπικά" και παράλληλα  νὰ ἱδρύσει «σχολεῖα ἀνωτέρας τάξεως διὰ τοὺς νέους ἕλληνας, τόσον τοὺς ἀφιερωθησομένους  εἰς τὰ ἐκκλησιαστικά, ὅσο καὶ εἰς τοὺς μέλλοντας νὰ ὑπηρετήσουν τὴν πατρίδα, εἰς τὰ πολιτικὰ ἢ νὰ διατρέξουν τὸ στάδιον τῶν ἐπιστημῶν, τῶν τεχνῶν καὶ τῆς φιλολογίας».   Έδινε επίσης σημασία στη δημιουργία καταρτισμένου επαγγελματικού δυναμικού γι'αυτό και επιθυμούσε να δώσει από την αρχή πρακτικό προσανατολισμό στα ελληνικά σχολεία, υπό την επίδραση και των ιδεών του Ελβετού παιδαγωγού Πεσταλότσι, που τύγχανε να γνωρίζει προσωπικά. Χαρακτηριστικό είναι πως ίδρυσε τη Γεωργική Σχολή Τίρυνθας, το Κεντρικό πολεμικό σχολείο Ναυπλίου, Εκκλησιαστική σχολή στον Πόρο, τα λεγόμενα χειροτεχνία και διάφορα εργαστήρια εκμιάθησης πρακτικών τεχνών. Σημαντικός σταθμός αποτελεί η ίδρυση του Ορφανοτροφείο της Αίγινας, για τα παιδιά που είχαν χάσει τους γονείς τους κατά την επανάσταση, τα οποία πλανιόντουσαν άσκοπα και συχνά οδηγούνταν στη διαφθορά και την παραβατικότητα, στο οποίο και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το σύστημα της αλληλοδιδακτικής μεθόδου, που αποτλεί και το σήμα κατατεθέν της εκπαιδευτικής πολιτικής του Καποδίστρια.  Ο κυβερνήτης ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη λειτουργίου του ορφανοτροφείου, το οποίο επισκεπτόταν τακτικά, ενώ ενίσχυε μεμονωμένους τροφίμως υλικά και τους βοήθησε στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία. 

Τα αίτια βέβαια για την χρήση της εν λόγω μεθόδου ήταν περισσότερο πρακτικά παρά παιδαγωγικά, κυρίως η έλλειψη επαρκούς αριθμού διδασκόντων, παρότι το σύστημα υποστηριζόταν και επιστημονικά από το συνεργάτη του Καποδίστρια Ι. Κοκκώνη, ο οποίος είχε μεταφράσει και το γαλλικό σύγγραμα περί αλληλοδιδασκαλίας του Sarazin. Το κενό αυτό καλούνταν να καλύψουν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ή πιο προχωρημένοι σε επίπεδο μαθητές που δίδασκαν τους μικρότερους ή πιο αδύναμους. Σαφώς κι έγιναν προσπάθειες για την αναπλήρωση των εκπαιδευτικών κενών μέσα από την ίδρυση του αλληλοδιδακτικού Διδασκαλείου της Αίγινας, γνωστό ως "Κεντρικό Σχολείο" αλλά και με τη θέσπιση εξετάσεων για την παροχή του δικαιώματος διδασκαλίας, όπου μπορούσε να συμμετέχει ελεύθερα όποιος έκρινε πως διέθετε τις γνώσεις. Παρότι το έργο του κυβερνήτη ανακόπηκε από τη δολοφονία του στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831, είχε καταφέρει μέσα σε τρία χρόνια να ιδρύσει 121 σχολεία με σχεδόν 10000 μαθητές σε μια επικράτεια που τότε περιλάμβανε κάτι παραπάνω από μισό εκατομμύριο κατοίκους. 

Βιβλιογραφία θα παρατεθεί συγκεντρωτικά στο τέλος του αφιερώματος

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Μονοπώλια και τρίτο Ράιχ. Γ. Η Bosch κατά την περίοδο διακυβέρνησης των ναζί

Η Bosch, που είχε ιδρυθεί το 1886 από τον Robert Bosch, αποτελούσε την περίοδο που εξετάζεται, την τρίτη μεγαλύτερη βιομηχανία ηλεκτρικών ειδών, μετά την Siemens και την AEG. Η άμεση εμπλοκή της στα πολεμικά σχέδια του Ράιχ χρονολογείται από το 1937 όταν η εταιρεία αναλαμβάνει για λογαριασμό του γενικού επιτελείου της Βέρμαχτ να παράγει βοηθητικά εξαρτήματα για πολεμικά οχήματα, αεροπλάνα και όπλα. Για το σκοπό αυτό μάλιστα, ίδρυσε μια θυγατρική, την ELFI, γνωστή αργότερα ως Triller-Werke στην ως τότε μικρή πόλη του Hildesheim, που έμελε να εξελιχθεί σε σημαντικό μέχρι τις μέρες μας βιομηχανικό κέντρο με 100000 κατοίκους. Οι εγκαταστάσεις της Bosch έμειναν άθικτες από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς, κάτι το οποίο επέτρεψε στα εργοστάσια της να δουλεύουν σε πλήρεις ρυθμούς μέχρι το τέλος του πολέμου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει πως, παρότι ηγετικά μέλη της διοίκησης φέρονται εμπλεγμένα σε αντιναζιστικές οργανώσεις, σε κανένα σημείο η πολιτική της επιχείρησης δεν απέκλινε από την αγαστή συνεργασία με τις ναζιστικές αρχές, γεγονός κατανοητό από το ότι συνιστούσε μια πολύ ασφαλή οδό προς την κερδοφορία.

Στην περίπτωση της Bosch υπάρχει ένα σοβαρό εμπόδιο μεθοδολογικής φύσης, το οποίο έγκειται στη συγκριτική σπανιότητα πρωτογενών πηγών. Πέραν του αργού αποχαρακτηρισμού των αρχείων της επιχείρησης, ένα σημαντικό της μέρος για την περίοδο που μας αφορά καταστράφηκε σε πυρκαγιά το 1944, ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για σκόπιμη καταστροφή επιβαρυντικών στοιχείων για τις σχέσεις με το ναζιστικό καθεστώς. Επιπλέον, η φύση της ενδοεταιρικής επικοινωνίας ήταν τέτοια, ώστε πολλές αποφάσεις λαμβάνονταν δίχως να αφήνουν ουσιαστικά γραπτά κατάλοιπα, κι έτσι συχνά μόνο εικασίες εκ του αποτελέσματος μπορούν να γίνουν.

Η ίδια η δημιουργία των εγκαταστάσεων στο Hildesheim εντάσσεται σε ένα σχέδιο αποκέντρωσης των ναζί, για οικονομικούς λόγους, αλλά κι επειδή κρίθηκε (ορθώς όπως τελικά αποδείχτηκε) πως σε περίπτωση πολεμικής αναμέτρησης προσφερόταν μεγαλύτερη ασφάλεια. Το αρχικό κόστος της επένδυσης, που ανήλθε περίπου στα 25 εκ. Reichsmark ανελήφθη σχεδόν εξολοκλήρου από το Γενικό επιτελείου στρατού, ενώ και για κάθε συνδρομή της εταιρείας διασφαλίστηκαν γενναιόδωρα, φορολογικά και άλλα, ανταλλάγματα. Το υψηλότερο κόστος παραγωγής στο Hildesheim σε σχέση με τα άλλα εργοστάσια της εταιρείας ανέστειλε λίγο την απόσβεση, σε σχέση με παρεμφερείς επιχειρήσεις την ίδια εποχή, αλλά και τα κεντρικά της εταιρείας στη Στουτγάρδη. Η σχετική έλλειψη ειδικευμένων εργατικών χεριών, έγινε προσπάθεια να καλυφθεί μερικώς από την αύξηση του ωραρίου από 48 σε 60 ώρες, σε δύο βάρδιες για 5,5 μέρες, και την εισαγωγή σεμιναρίων κατάρτισης, εντός του εργοστασίου, ενώ το λιγοστό ειδικευμένο προσωπικό εργαζόταν κατά τρόπο που κρινόταν πως αύξανε την παραγωγικότητα του. Οι αμοιβές ωστόσο κινούνταν κάτω από το μέσο όρο για αντίστοιχες εργασίες σε ομοειδείς εταιρείες του κλάδου.

Από τον πρώτο χρόνο του πολέμου άρχισε σε ευρεία κλίμακα η χρήση ξένων εργατών, οι οποίοι έφτασαν τελικά να αριθμού τα 2/3 του προσωπικού. Οι προϊστάμενοι των τμημάτων διαμαρτύρονταν συχνά για αύξηση των κακών χειρισμών εν ώρα εργασίας και την εν γένει συμπεριφορά των αλλοδαπών, ωστόσο η έρευνα δείχνει πως εκείνοι που αντιδρούσαν περισσότερο στις συνθήκες εργασίας ήταν οι Γερμανοί εργάτες, πιθανόν γιατί ένιωθαν λιγότερο ευάλωτοι σε κατασταλτικές πολιτικές από τους ξένους συναδέλφους τους. Αυξημένες απουσίες από την εργασία σημειώνονταν κυρίως από Γερμανούς, ενώ και οι προσπάθειες της διοίκησης σε συνεργασία με την DAF (κορπορατίστικη οργάνωση με στόχο την αναψυχή μετά την εργασία) να δώσει κίνητρα απόδοσης ή να διοργανώσει ψυχαγωγικές δραστηριότητες μετά την εργασία έπεσαν στο κενό. Κατόπιν τούτου η διοίκηση προχώρησε καταδόσεις βραδυπορούντων ή "τεμπέληδων" στην Γεστάπο, απ'όπου οι ένοχοι κατευθύνονταν σε στρατόπεδα εργασίας ή καταδικάζονταν σε μακροχρόνια φυλάκιση. Το εργοστάσιο ήταν κι επίκεντρο αντιστασιακών δραστηριοτήτων, ένας μάλιστα εργάτης απαγχονίστηκε για το λόγο αυτό.

Παρά την τελική μεγάλη συμμετοχή ξένων εργατών στο δυναμικό της εταιρείας, όπως αναφέρθηκε, αρχικά οι αιτήσεις της διοίκησης για την παροχή τους στο Γενικό επιτελείο στέφθηκαν από μάλλον μέτρια επιτυχία, λόγω του ότι αφενός δεν υπήρχε αρκετό εξειδικευμένο προσωπικό στις τάξεις των πρώτων επιστρατευμένων και αιχμαλώτων, αφετέρου διότι οι αρχές έδιναν βάρος σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις, θεωρώντας πως σύντομα θα έληγε ο πόλεμος άρα δεν υπήρχε λόγος για ενίσχυση όλων των βιομηχανιών που ασχολούνταν με την παραγωγή πολεμικού υλικού. Σύντομα αυτές οι προσδοκίες ανατράπηκαν, ωστόσο οι τεχνικές δελεασμού κι εξαναγκασμού ξένων εργατών οργανώθηκαν καλύτερα, με αποτέλεσμα την αφειδώλευτη διοχέτευση τους σε επιχειρήσεις, μεγάλες, μεσαίες αλλά και μικρότερες, ακόμα και σε οικογενειακές φάρμες. Το μεγαλύτερο μέρος τους προερχόταν από την ΕΣΣΔ, κυρίως τη Ρωσία, δευτερευόντως από την Πολωνία και δυτικές χώρες (Βέλγιο, Γαλλία, Ολλανδία, μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας και Ιταλοί) ενώ ένα 30% ως 35% ήταν γυναίκες, που λόγω της φύσης της εργασίας κρινόταν καλύτερες για τον χειρισμό μικρών αντικειμένων. Οι ειδικευμένοι εργάτες καθώς και οι πανεπιστημιακές εκπαίδευσης εργαζόμενοι προέρχονταν περίπου ομοιόμορφα από όλες τις εθνικότητες.

Οι διαχωρισμοί μεταξύ των εργατών ήταν σημαντικοί αναλόγως με την ιεραρχία τους στη φυλετική κλίμακα των ναζί. Οι δυτικοί εργάτες είχαν την ίδια αντιμετώπιση με τους Γερμανούς, μισθολογικά, στο ωράριο, την παροχή κουπονιών σίτισης και τη γενικότερη συμπεριφορά τους. Αποκλείονταν ωστόσο από κάποιες επιπλέον παροχές της επιχείρησης στους εργαζόμενους της και κατοικούσαν περιφραγμένοι από τους άλλους στις εργατικές κατοικίες πλησίον του εργοστασίου. Σε γενικές γραμμές οι συνθήκες στο Hildesheim ήταν καλές, ιδιαίτερα συγκρινόμενες με εκείνες σε άλλα ομοειδή περιβάλλοντα, με αποτέλεσμα οι ξένοι εργάτες να επιδιώκουν τη μεταφορά τους εκεί. Για την κατάσταση των ανατολικών εργατών δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα, ωστόσο φαίνεται πως ήταν ασύγκριτα χειρότερες. Οι κατοικίες τους ήταν χειρότερης ποιότητας, μακριά από το χώρο εργασίας στον οποίο έπρεπε να πηγαίνουν με τα πόδια. Τα ρούχα τους ήταν τα μεταχειρισμένα των Γερμανών και δυτικών συναδέλφων τους, ενώ ασφαλέστερη ένδειξη των συνθηκών εργασίας αποτελεί η συχνότητα των αναρρωτικών αδειών μέσα στη συγκεκριμένη ομάδα. Κακή φαίνεται πως ήταν και η επισιτιστική τους κατάσταση, δεδομένου μάλιστα το ότι ούτε εκείνη των συναδέλφων τους χαρακτηρίζεται ως ικανοποιητική, οι δε Γερμανοί εργάτες παρά τη λήψη κουπονιών σίτισης συμπλήρωναν τη διατροφή τους χάρη στη φροντίδα των οικογενειών τους. Με βάση μαρτυρίες οι Πολωνοί ήταν η πλέον στοχοποιημένη ομάδα, που έκανε τις βαρύτερες δουλειές, και δεχόταν τις σκαιότερες συμπεριφορές από τη διοίκηση αλλά και από συναδέλφους.

Η αντίληψη περί "ανθρώπινης" μεταχείρισης, τουλάχιστον των δυτικών εργαζόμενων εξηγείται εν πολλοίς λόγω των άθλιων συνθηκών που επικρατούσαν σε άλλες επιχειρήσεις του κλάδου κι όχι μόνο, παρά από πραγματικά γεγονότα. Σε κάθε περίπτωση το τέλος του πολέμου, συνεπώς και της φτηνής καταναγκαστικής εργασίας δε σήμανε και το τέλος της κερδοφορίας των εγκαταστάσεων του Hildesheim, και τις Bosch εν γένει (μοναδική απώλεια η κοινωνικοποίηση των κεντρικών της στο υπό σοβιετικό έλεγχο ανατολικό Βερολίνο), αφού οι συγκεκριμένες απώλειες αντισταθμίστηκαν και με το παραπάνω από πρόσφυγες προερχόμενους από άλλα κατεστραμμένα μέρη της Γερμανίας, αλλά και Γερμανούς μειονοτικούς από την Ανατολική Ευρώπη.

Stefan A. Oyen, Manfred Overesch„ Starter für den Krieg“
Bosch Hildesheim im Dritten Reich, στο Rüstung, Kriegswirtschaft und Zwangsarbeit im Dritten Reich, Andreas Heusler, Mark Spoerer, Helmuth Trischler (επιμ.), Oldenbourg Verlag 2011, 107-137

Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

Τα "χαλκεία" του Στάλιν και μια ματιά των TIMES (1935)

Υποστηρίζεται συχνά πως τα σαμποτάζ, αλλά και οι δολοφονίες ανθρώπων αφοσιωμένων στη σοσιαλιστική οικοδόμηση της ΕΣΣΔ ήταν ένα μύθευμα χαλκευμένο από τη σταλινική ηγεσία για τη νομιμοποίηση της δίωξης αντιφρονούντων. Πόσο φανταστικά όμως ήταν τέτοια περιστατικά; Ανάμεσα σε άλλα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας χάρη στη σύχρονη ιστορική έρευνα, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το παρακάτω άρθρο των TIMES από το μακρινό 1935, το οποίο επικεντρώνεται στο φαινόμενο του σταχανωφισμού και τις αντιδράσεις που κατά το περιοδικό προκάλεσε στη σοβιετική κοινωνία., αναφέροντας ξεκάθαρα- εφόσον μάλιστα τις εγκωμιάζει- προσπάθειες υπονόμευσης της παραγωγής αλλά και δολοφονίες των πλέον αφοσιωμένων στην υπόθεση του σοσιαλισμού στελεχών κι εργατών από αντισοβιετικά στοιχεία. Υπογραμμίσεις δικές μου. 

Την περασμένη εβδομάδα η ΕΣΣΔ ήταν απασχολημένη ξεκινώντας το 1935 με την πιο πρόσφατη  και σημαντική καινοτομία μετά την λεγόμενη "εκμηδένιση των κουλάκων" και την "πραγματοποίηση του πενταετούς πλάνου": Η νέα προσθήκη στο λεξιλόγιο: Σταχανοβισμός. Η εκμηδένιση των κουλάκων ήταν μια αιματηρή, βίαιη διαδικασία κατά την οποία οι πιο εύποροι μικροαγρότες εκτελέστηκαν κατά χιλιάδες κι εξορίστηκαν στη Σιβηρία κατά εκατοντάδες χιλιάδες για την αντίθεση τους στη θέληση του δικτάτορα Στάλιν να αναγκάσει κάθε χωρικό της Ρωσίας να συμμετέχει σε συλλογικά αγροκτήματα (TIME Νοέμβρης 26, 1928 κι εξής). Σήμερα μια νέα διαμάχη έχει ξεκινήσει σε σχέση με τον σταχανοβισμό και ως τώρα εξοργισμένοι εργάτες είναι εκείνοι που έχουν κάνει τις περισσότερες εκτελέσεις. Σε ανθρακωρυχεία, εργοστάσια, σιδηροδρομικούς σταθμούς, ακόμα και στα αγαπημένα κολχόζ του δικτάτορα, τις τελευταίες εβδομάδες απελπισμένοι Ρώσοι εργάτες σκότωσαν σταχανοβίτες. Περηφάνεια και σαμποτάζ. Πριν από έξι μήνες, ο πιο βίαιος ακόλουθος του δικτάτορα Στάλιν, ο Κομισάριος Βαριάς Βιομηχανίας Grigory Ordzhonikidze με τη μεγάλη μύτη και τα άγρια μάτια, απαίτησε οι Ρώσοι εργάτες να γίνουν πιο ενεργοί και πραγματικά να μάθουν να χρησιμοποιούν τις μηχανές που η κυβέρνηση αγόραζε από τον καπιταλιστικό κόσμο με δραστικές θυσίες σε τρόφιμα και άλλα αγαθά.




Φωνάζοντας και πιέζοντας αδυσώπητα για δράση, ο σύντροφος Ordzhonikidze βρήκε το ευαίσθητο σημείο των Ρωσών, την περηφάνεια τους, λέγοντας τους πώς οι καπιταλιστές που είχαν πουλήσει εργαλεία στους μπολσεβίκους σήκωναν τα μανίκια, σίγουροι πως  οι αδέξιοι Ρώσοι δε θα καταλάβαιναν ποτέ πώς χρησιμοποιείται η αυτοματοποιημένη τεχνική. Ήδη στη Ρωσία η κατάρρευση μιας μηχανής ήταν συχνά το έναυσμα για να εκτελεστεί ο χειριστής ως "σαμποτέρ". Ο Κομισάριος Ordzhonikidze απαίτησε κάτι πιο δημιουργικό. 





Το κατάφερε. Ένας κάποιος Αλεξέι Σταχάνωφ, ένας επιδέξιος χειριστής κομπρεσέρ στα ανθρακωρυχεία του Donbas, ανακαλύφθηκε από το σοβιετικό τύπο φέτος για τις εξωπραγματικές επιδόσεις, σύντομα αναδείχθηκε μέσα από μπολσεβικικούς διθυράμβους στο στάτους του "Ήρωα της Εργασίας". Οι Ρώσοι διαβάζουν πως ο Σταχάνωφ αύξησε την παραγωγή του σε άνθρακα κατά πέντε φορές μέσω του "σταχανοβισμού". Αυτό που έκανε ήταν να οργανώσει μια ομάδα τριών ανθρακωρύχων έτσι ώστε ο Σταχάνωφ, ο επιδέξιος χειριστής κομπρεσέρ ήταν σε θέση να περνάει όλη την ώρα του τρυπώντας για άνθρακα, ενώ οι άλλοι ασχολούνταν με τις υποστηλώσεις της στοάς. Με αυτόν τον τρόπο οι τρεις έβγαζαν αρκετό άνθρακα σε εξάωρη βάρδια ώστε η μόνιμη παραγωγή τους να αυξηθεί στο πενταπλάσιο απ'ό,τι αν δεν υπήρχε ομαδική συνεργασία και κάθε ανθρακωρύχος δούλευε μόνος του. 





Για να τον εμψυχώσει, ο Κομισάριος φρόντισε ώστε ο σύντροφος Σταχάνωφ να αποκτήσει αμάξι και άλλες πολυτέλειες ανήκουστες για ένα Ρώσο ανθρακωρύχο, Μετά από επιμελή έρευνα σε άλλα σοβιετικά ορυχεία και εργοστάσια, νέοι ήρωες της εργασίας δημιουργήθηκαν των οποίων τα σταχανωφικά επιτεύγματα όπως παρουσιάζονταν από τα σοβιετικά μέσα γινόταν όλο και περισσότερο εκπληκτικά.




Όλα αυτά ήταν καλά νέα για τη Ρωσία το 1935, εκτός του ότι ένα από τα κύρια σημεία της ρητορικής των κομμουνιστών ήταν πάντα η εναντίωση στην τεχνική "επιτάχυνσης" των καπιταλιστών. Όπως συνήθως περιέγραφαν οι κομμουνιστές, οι καπιταλιστές παροτρύνουν κάποιους εργάτες να υπερκεράσουν την κανονική παραγωγή, αναγκάζοντας όλη τη μονάδα να δουλεύει γρηγορότερα για να συμβαδίζει, εξουθενώνοντας και εκμεταλλευόμενοι τους εργάτες τους. Σε όλη τη Ρωσία οι προλετάριοι ένιωθαν πως ο μεταμφιεσμένος κρατικός καπιταλισμός του δικτάτορα Στάλιν, που είχε ήδη επιβάλει τη δουλειά με το κομμάτι στους Ρώσους, τώρα ορκιζόταν στο σύστημα της επιτάχυνσης, δήθεν με τη μορφή του  "σταχανωφισμού".

Στα εργοστάσια Γκόρκι οι αδερφοί Ivan και Feodor Kriackov σκότωσαν το συνάδελφο τους Ivan Schmerov γιατί είχε επιταχύνει την ημερήσια παραγωγικότητα του κατά 200%. Δικάστηκαν σε στρατοδικείο και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Σε ένα ανθρακωρυχείο στο Stalino δύο βοηθοί επιστάτη, ένας ζυγιστής και ένας ηλεκτρολόγος συνελήφθησαν για τη δολοφονία ενός Σταχανοβίτη που είχε καταγγείλει  τον μπολσεβίκο προϊστάμενο ως "αντιτιθέμενο στον σταχανωφισμό". Σε ένα κοντινό ορυχείο ένας εργάτης πυροβόλησε χωρίς να ευστοχήσει τον σταχανοβίτη διευθυντή. Το πιο θεαματικό πλήγμα ενάντια στο σταχανωβισμό θεωρείται πως δόθηκε από το μηχανικό Σ. Πλότνικωφ, μέλος του κομμουνιστικό κόμματος μέχρι τη μέρα της σύλληψης του. Σύμφωνα με το σοβιετικό τύπο, ο μηχανικός εξοργίστηκε τόσο στο Chelyabinsk από την επιδεικτική περηφάνεια της τοπικής ομάδας σταχανωβιτών, που διέταξε τους πλέον γρήγορους να σκάψουν σε μια ιδιαίτερα επικίνδυνη στοά. Φυσικά καταπλακώθηκαν. 



Ταπεινός ανθρακωρύχος. Τέτοιες ιστορίες απάνθρωπων μηχανικών είναι μέρος της εξελιγμένης πλέον προσπάθειας του σοβιετικού τύπου να προβάλει την επιτάχυνση της παραγωγικότητας ως κάτι που θα έπρεπε να κάνει τους Ρώσους εργάτες περήφανους, ενώ το ίδιο πράγμα προβαλόταν ως μοχθηρό στα καπιταλιστικά κράτη. Πρόσφατα, 3000 σταχανοβίτες και των δύο φύλων, μεταξύ τους κι ο σύντροφος Αλεξέι Σταχάνωφ, δεξιώθηκαν στη Μόσχα από τους δικτάτορες και τον Ιωσήφ Στάλιν. Όπως ανέφερε η Πράβντα ¨ο Στάλιν μίλησε σύντομα για μια ώρα".


Ως συνήθως το κείμενο του λόγου του δικτάτορα έμεινε αδημοσίευτο μέχρι να υποστεί προσεκτική επεξεργασία. Την περασμένη εβδομάδα, προσεχτικά περικομμένο, αποστεγνωμένο και ρετουσαρισμένο, έγινε διαθέσιμο και στις ΗΠΑ. Ποτέ μετά την διαταγή του για την εξάλειψη των κουλάκων δε μίλησε τόσο σοβαρά. Με την άφιξη του σταχανωβισμού, κατά τον Στάλιν, γυρίζει η αποφασιστική σελίδα της σοβιετικής ιστορίας. Οι σοβιετικές εφημερίδες φρόνιμα τύπωσαν πως ο Μεγάλος Σταχάνωφ του σταχανωβισμού σε αυτό το σημείο αναφώνησε: "Δε ξέρω γιατί αυτό το κίνημα ονομάστηκε σταχανωβισμός. Εμείς αντλήσαμε όλη μας την έμπνευση από το σύντροφο Στάλιν."



Με αυτή την επίδειξη ταπεινοφροσύνης του Σταχάνωφ ο δικτάτορας Στάλιν έκανε μια από αυτές τις θαυμάσιες μπολσεβίκικες συζητήσεις που οι εργάτες του κόσμου σπανίως καταλαβαίνουν. 



Ο Στάλιν για το σταχανωβισμό: "Το κίνημα του σταχανωβισμού δε μπορεί να θεωρηθεί ένα συνηθισμένο κίνημα της εργατικής τάξης. Είναι ένα κίνημα που θα περάσει στην ιστορία της σοσιαλιστικής μας οικοδόμησης ώς μια από τις λαμπρότερες σελίδες της. Πού βρίσκεται η σημασία αυτού του κινήματος; Γιατί ο καπιταλισμός νίκησε κι επικράτησε της φεουδαρχίας; Γιατί έκανε την κοινωνία πλουσιότερη. Γιατί πρέπει το σοσιαλιστικό σύστημα οικονομίας αναπόφευκτα να υπερκεράσει το καπιταλιστικό; Γιατί μπορεί να παρέχει στην κοινωνία περισσότερα αγαθά και να κάνει την κοινωνία πλουσιότερη από το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα. 



"Όσοι θεωρούν πως ο σοσιαλισμός μπορεί να ενισχυθεί με την υλική εξίσωση των ανθρώπων σε ένα χαμηλό επίπεδο κάνουν λάθος. Αυτό είναι μια μικροαστική αντίληψη περί σοσιαλισμού. Ο σοσιαλισμός μπορεί να είναι νικηφόρος μόνο στη βάση υψηλής παραγωγικότητας-υψηλότερης του καπιταλισμού-στη βάση πληθώρας προϊόντων και καταναλωτικών αγαθών, στη βάση μιας πλούσια και πολιτιστικής ζωής όλων των μελών της κοινωνίας". 


"Για να επιτύχει ο σοσιαλισμός αυτόν τον στόχο και να κάνει την κοινωνία πλουσιότερη πρέπει η χώρα να έχει ένα επίπεδο παραγωγικότητας που ξεπερνά εκείνο των πιο αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Το σταχανωφικό κίνημα είναι ένα τέτοιο κίνημα. Ανοίγει νέες προοπτικές για την πρακτική ενίσχυση του σοσιαλισμού στη χώρα και για τη μετατροπή του στην πλουσιότερη χώρα." Επιτέλους κομμουνισμός; Η κατάρρευση των παρατηρήσεων του Στάλιν επί του σταχανωφισμού γίνεται αντιληπτή μόνο αν κάποιος συνειδητοποιήσει πως η ΕΣΣΔ ποτέ δεν ήταν κομμουνιστική, δεν είναι τώρα κομμουνιστική, ελπίζει ωστόσο να γίνει στο μέλλον. Σήμερα είναι σοσιαλιστική. Πριν από χρόνια ο Στάλιν είχε αναφερθεί, κάπως μελαγχολικά στο "σοσιαλισμό, το πρώτο στάδιο στην εξέλιξη προς τον κομμουνισμό". Κι όμως την περασμένη εβδομάδα ο Δικτάτορας απεφάνθη παπικά:


"Το σταχανωφικό κίνημα ετοιμάζει το έδαφος για να αναπτυχθεί από το σοσιαλισμό προς τον κομμουνισμό. Στη σοσιαλιστική κοινωνία καθένας εργάζεται ανάλογα με τις ικανότητες του και λαμβάνει ανταμοιβή όχι ανάλογα με τις ανάγκες αλλά σύμφωνα με όσο έχει παράγει για την κοινωνία. Αυτό σημαίνει πως το διανοητικό και τεχνικό επίπεδο της εργατικής τάξης δεν είναι υψηλό, πως υπάρχει ακόμα διαφορά πνευματικής και τεχνικής εργασίας".



"Η βασική αρχή μιας κομμουνιστικής κοινωνίας είναι πως καθένας εργάζεται με βάση τις ικανότητες του και να λαμβάνει ανάλογα με τις πνευματικές του ανάγκες κι όχι ανάλογα με το τι παρήγαγε. Αυτό σημαίνει πως το πνευματικό και τεχνικό επίπεδο της εργατικής τάξης είναι αρκετά υψηλό ώστε να εξαλείψει τις αντιθέσεις μεταξύ πνευματικής και σωματικής εργασίας. "Αυτοί που θεωρούν πως η διαφορά μεταξύ τους μπορεί να εξαλειφθεί υποβιβάζοντας το τεχνικό επίπεδο των μηχανικών και των τεχνιτών είναι εντελώς λάθος. Μόνο φλύαροι μικροαστοί θα μπορούσαν να σκεφτούν κάτι τέτοιο για τον κομμουνισμό" Αυτά τα λόγια, παντελώς ακατάληπτα για εκατομμύρια προλεταρίων, τράβηξαν το βαθύτατο ενδιαφέρον από τους παγκόσμιους δημιουργούς της Επανάστασης. Οι πιο πολλοί μεταφέρουν στις μάζες αυτό που τους ειπώθηκε, πως δηλαδή στη Ρωσία ήδη ισχύει το "σε καθέναν ανάλογα με τις ανάγκες του" Αντιθέτως ο Στάλιν, επιβάλοντας την καπιταλιστική επιτάχυνση της παραγωγής, είπε καθαρά πως σήμερα στη Ρωσία ισχύει το "σε καθέναν όχι ανάλογα με τις ανάγκες του, αλλά ανάλογα με το τι έχει παράγει"-η καθιερωμένη καπιταλιστική αντίληψη της εργασίας με το κομμάτι. 




Το πιο παράξενο αποτέλεσμα του σταχανωβισμού είναι πως έκανε το περίφημο πενταετές πλάνο της Ρωσίας να φαίνεται εργό. Τα "Νέα της Μόσχας" δημιουργεί πια καρικατούρες ακόμα και των προηγουμένως "ιερών" σχεδιαστών, σχεδιάζει μισογελαστούς, μισοθυμωμένους εργάτες καθώς περνούν ανάμεσα και κλωτσούν παράμερα τους μπολσεβίκους σχεδιαστές γραφειοκράτες. 



Σταχανωφικοί εορτασμοί. Οι εργάτες του κόσμου μπορεί να μη συμφωνούν πως η επιτάχυνση του Αλεξέι Σταχάνωφ είναι κάτι καλό για το προλεταριάτο, αλλά ομονοούν στο χειροκρότημα των μεταλίων και του αυτοκινήτου που ο δικτάτορας Στάλιν έδωσε στο Σταχάνωφ, τα μεταξωτά εσώρουχα και το άρωμα που αγόρασε στη Μόσχα για τη γυναίκα του. Μεμονωμένοι σταχανωβίτες λαμβάνουν ονειρεμένα υψηλή ανταμοιβή-η ερώτηση του καχύποπτου σοβιετικού εργάτη είναι πόσον καιρό θα δίνονται υπερβολικοί μισθοί αφότου ένας μεγάλος αριθμός εργατών οδηγηθούν στην αύξηση της παραγωγικότητας τους. Φοβούμενοι πως ο "Σταχανωφισμός" είναι στην πραγματικότητα ένα τεράστιο ψεύδος στο προλεταριάτο από τα σοβιετικά αφεντικά του, αντιδρώντες Ρώσοι εργάτες, όπως οι αντιδρώντες κουλάκοι πριν από αυτούς, ξεκίνησαν αν πυροβολούν.

Οι κουλάκοι έχασαν τη μάχη τους, εξοντώθηκαν. Στο αποκορύφωμα των σταχανοφικών εορτασμών στη Μόσχα, ο δικτάτορας Στάλιν είπε μοχθηρά πως στον τομέα των μεταφορών οι αντισταχονοβίτες έφαγαν τα μούτρα τους και διώχτηκαν από τις δουλειές τους. Υπονοείται καθαρά πως εννοεί να επιβάλει την επιτάχυνση της παραγωγής σε όλη τη Ρωσία με τις ίδιες μεθόδους της Μυστικής Αστυνομία που ανάγκασε τρομοκρατικά 85% των ρώσων χωρικών που δεν εξολοθρεύτηκαν να μπουν στα κολχόζ. 

Εδώ κι εκεί κάποιος ξύπνιος Αλεξέι Σταχάνωφ μπορεί να έχει μια έξυπνη ιδέα, αλλά στα πιο πολλά ρωσικά εργοστάσια την περασμένη εβδομάδα ανταποκριτές βρήκαν πως ο Σταχανωφισμός σημαίνει κυρίως υπερεξάντληση, σε ένα μεγάλο εργοστάσιο υφαντουργίας έξω από τη Μόσχα ο διευθυντής διέταξε τη "σταχανωφοποίηση", λέγοντας σε "κορίτσια με δυνατά πόδια" που χειριζόταν δυο αργαλειούς πως αν κατάφερναν να χειριστούν τέσσερις θα επιμήκυνε ευχαρίστως την πληρωμή τους για όσο κατάφερναν να διατηρήσουν το ρυθμό τους. Με τον ιδρώτα να τρέχει από κάθε της πόρο, μια τέτοια ηρωίδα της εργασίας έκανε αρκετό διάλειμμα ώστε να μιλήσει στους ανταποκριτές: "Το ζήτησα! Είναι σκληρή δουλειά, αλλά ήθελα να κάνω κι άλλη. Τρέχεις συνέχεια αλλά μετά από κάποια στραβοπατήματα μαθαίνεις το γρηγορότερο δρόμο από τον ένα αργαλειό στον άλλο και σώζεις βήματα. Νιώθω καλά, κουρασμένη, μα τίποτε το σοβαρό. Πιστεύω θα ήταν ευκολότερο αν παίρναμε περισσότερο θρεπτικό φαγητό. Αυτό που παίρνουμε είναι αρκετά φτωχικό." "Ξοδεύω τα λεφτά μου". Φορτωμένος εσώρουχα, σαμπάνια, αρώματα, βότκα, τυρί και λουκάνικα ο ήρωας της εργασίας Σταχάνωφ επέστρεψε από τη Μόσχα την περασμένη βδομάδα στο σπίτι του στη στέπα του Donbas, ένα καλύβι με τέσσερα δωμάτια, οι τοίχοι του οποίου ήταν διακοσμημένοι όχι με πόστερ του ισχυρού δικτάτορα Στάλιν, αλλά του δημοφιλούς Πολεμικού επιτρόπου "Κλιμ" Βοροσίλωφ. Στα αγγλικά συμπιεσμένα η οικογενειακή φωτογραφία των Σταχάνωφ μπορεί να αποδοθεί ως εξής: "Ποιος φοβάται τον κακό λύκο;"

Στο γαλαξία των ανταποκριτών και των φωτογράφων, ο σκληροτράχηλος, σιδεροκέφαλος παράγων του κομμουνιστικού κόμματος Konstantin Giorgevich Petrov συστήθηκε ως ο "'ανθρωπος που ανακάλυψε το Σταχάνωφ". Ρωτήθηκε από δημοσιογράφους ο Σταχάνωφ: "Λαμβάνεις πολλά γράμματα; Σε ρωτούν άνθρωποι ρωτώντας για τη μέθοδο της δουλειάς σου;"


"Λαμβάνει γράμματα από παντού-εκατοντάδες γράμματα!" διακόπτει ο-άνθρωπος-που-ανακάλυψε-το-Σταχάνωφ. "Όλες οι γυναίκες θέλουν να μάθουν αν πραγματικά διπλασίασε το μισθό του. Όλοι οι άντρες θέλουν να μάθουν πώς βελτίωσε την τεχνική του. Χιλιάδες γράμματα!"


Ο Σταχάνωφ είπε: "Δίνω όλα μου τα γράμματα στον Petrov. Δε μπορώ να διαβάσω χειρόγραφα. Με διδάσκουν ξανά και ξανά αλλά δεν καταλαβαίνω. "΄Έχει ειδικό δάσκαλο να του μάθει τη γλώσσα και απλή αριθμητική", εξήγησε ο κυνηγός ταλέντων Petrov, προσθέτοντας γελώντας "Αν χρησιμοποιήσει τη σταχανωφική μέθοδο, θα έχει φτάσει στην άλγεβρα στα μέσα του '36!"

"Σταχάνωφ, άνοιξες λογαριασμό τραπέζης με το διπλασιασμένο σου μισθό; Θα αγοράσεις σοβιετικά ομόλογα;"


"Ξοδεύω τα λεφτά μου" είπε ο ήρωας της εργασίας. "Φέρτε σαμπάνια για την τελευταία μας πρόποση"


Η προσκεκλημένη ανταποκρίτρια των New York Times είπε καθώς έφευγε, "Έλα να με δεις στην Αμερική!"


'Είναι πιο εύκολο να πάω να δω το Στάλιν στη Μόσχα"απάντησε ο Σταχάνωφ. "Οι εργάτες σας θα με έσπαγαν στο ξύλο που ξεπέρασα τις νόρμες τους."